Ανδρομάχη

Ακόμα κι όταν φυτρώνει ένα αγριολούλουδο, η φύση όλη πανηγυρίζει.

Τετάρτη 28 Ιουνίου 2017

Η ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ ΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΟ ΚΡΑΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ !

 Πραγματοποιήθηκε στο Φουαγιέ του Βασιλικού Θεάτρου στην Θεσσαλονίκη με μεγάλη επιτυχία και συμμετοχή συγγραφέων και λογοτεχνών η εκδήλωση Λογοτεχνικό Αναλόγιο, η οπόια ήταν η πρώτη εκδήλωση συνεργασίας του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος και της Ενωσης Λογοτεχνών Βορείου Ελλάδος. Τα έργα των ποιητών επιλέχθηκαν από το κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, και τα ερμήνευσαν επί σκηνής οι ηθοποιοί Αραμπατζόγλου Σταυρούλα, Δισλής Θανάσης, Λυσσάρης Λευτέρης, Μπιτσιτσκα Βιβή, Πανώριος Γιάννης κα., ενώ η σκηνοθεσία ήταν της Κικής Στρασάκη. Οι βραβευμένοι ποιητές που επιλέχθηκάν ώστε να παιχτούν τα έργα τους ήταν: Γεωργία Αλεξίου, Ευφροσύνη Θεοφανίδου, Όλγα Λιαριτζη, Γκέλη Δαναδάκη, Μέννη Καραγιαννίδου, Μιλτιάδης Ντόβας, Φρόσω Αποστόλου, Ελένη Τέγου, Σοφία Χρήστενα, Νανά Παπαϊωάννου, Αγάπη Ντόκα, Άννα Φαχαντίδου, Φωτεινή Φωτειάδου - Κωνσταντίνου, Καίτη Καστρολογοθέτη, Παρασκευή Κουτσούρα, Ελένη Βεζύρογλου, Λιλή Παπαδοπέτρου, Αναστασία Βαρσαμοπούλου, Δέσποινα Στρίνγγου - Καρκανιά, Γεώργιος Δελιόπουλος, Λευτέρης Μουφτόγλου, Δέσποινα Αμασλίδου αλλά και από τη Θάσο η Ποιήτρια Ανδρομάχη Διαμαντοπούλου Φιλιππίδου.




 Το βραβευμένο ποίημα Ώρα Καλή αφιέρωσε η ποιήτρια Ανδρομάχη σε όλα τα παιδιά που είναι το δώρο του Θεού στους Ανθρώπους αλλά και στις μάνες που νιώθουν κάπως έτσι την ενηλικίωση των παιδιών τους.
 
ΩΡΑ ΚΑΛΗ
 
Και το ‘δα εγώ·
Εκείνο το χεράκι, λευκό, μικρό
να μου κουνά μαντήλια.
Όσο κι αν μου ‘λεγες
πως είσαι δίπλα μου και μ’ αγαπάς,
εγώ το ‘δα το κρινόλευκο το χέρι
να μου κουνά μαντήλια.
Το ένιωσα το πρώτο το αέρι,
το τρίξιμο, το άνοιγμα της πόρτας το μεγάλο
στο άπειρο, στο άγνωστο
της νέας σου Ζωής,
της πόρτας που άνοιξες
κι ήρθε το κρύο να με βρει
- όσο κι αν πάνω μου φοράω ένα σάλι -
της πόρτας που άνοιξες
στις φίλες για να πας.
 
Να πας...
Να πας παιδί μου
και να προσέχεις.
Εγώ θα είμαι εδώ,
στο σπίτι θα ‘μαι, όπως πάντα·
Και θα προσεύχομαι, για Σένα
μπροστά στο άνοιγμα, αυτής εδώ της πόρτας της μεγάλης.
 
Και το ‘δα!!!
Το ‘δα εγώ·
Εκείνο το χεράκι...
Στους ώμους μου φοράω ένα σάλι...
Και είναι η έξαψη της νέας σου Ζωής
τόσο μεγάλη
που ‘φυγες πάλι, με παραζάλη
δίχως το μέτωπό μου να φιλήσεις.
Και άφησες και τη μεγάλη πόρτα ανοιχτή...
Παιδί μου, ώρα σου καλή!

Τετάρτη 14 Ιουνίου 2017

Eκδήλωση μνήμης με τίτλο «Εάλω η Πόλις».

 Ο Θασιακός Σύλλογος Προσφύγων Μικράς Ασίας και Ανατολικής Θράκης «Άγιος Ιωάννης» πραγματοποίησε στον προαύλιο χώρο του Ιερού Ναού Αγίου Νικολάου Λιμένα Θάσου εκδήλωση μνήμης με τίτλο «Εάλω η Πόλις». Την εκδήλωση παρουσίασε ο πρόεδρος του παραπάνω συλλόγου κος Αναστάσιος Μπίλλιας. Συμμετείχε η χορωδία του Συλλόγου «Άγιος Ιωάννης» υπό την διεύθυνση της Μουσικού Ελίζαμπεθ, ενώ η λεκτική ραχοκοκαλιά της εκδήλωσης ήτανε απαγγελίες ποιημάτων του πρωτοπρεσβύτερου Γεώργιου Ι Διαμαντόπουλου από το βιβλίο του «Πόλη και πάλι Πόλη», εκδόσεων Μαλλιάρη.

Η εκδήλωση χαρακτηριζότανε από ιερή κατάνυξη συγκίνηση αλλά και θεατρικότητα στις απαγγελίες ποιημάτων του ιερέως τις οποίες έκαναν: Ο Δήμαρχος Θάσου Κωνσταντίνος Χατζηεμμανουήλ, ο Γυμνασιάρχης Θεοχάρης Θεοχαρίδης, ο τέως πρόεδρος της Φιλοπνευματικής Στέγης Γεώργιος Παπαδόπουλος, η ποιήτρια Ανδρομάχη Διαμαντοπούλου, η Πιπίνα Θεοφανέλη καθώς και οι εκπαιδευτικοί Γεώργιος Μπαλτάς και Τούλα Ευαγγελίδη.

Την ιστορική αναδρομή της εκδήλωσης την έκανε ο Θεόδωρος Αγγελίδης.

Την εκδήλωση τίμησαν με την παρουσία τους ο δήμαρχος Θάσου κος Κωνσταντίνος Χατζηεμμανουήλ, ο Πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου κος Δημήτριος Πιπίνης, ο αρχηγός της Νέας Πορείας κος Μηνάς Βλαστάρης, ο ιατρός κος Κώστας Σειτανίδης και άλλοι.
Συγκινητική ήταν η στιγμή που ο Πρωτοπρεσβύτερος απήγγειλε ένα από τα ποιήματά του.

Παραθέτουμε το ποίημα «Η Κερκόπορτα» από το βιβλίο Πόλη και πάλι Πόλη του πατρός Γεωργίου το οποίο  απήγγειλε ο Δήμαρχος Θάσου Κωνσταντίνος Χατζηεμμανουήλ.


Η Κ ε ρ κ ό π ο ρ τ α…

Άλλο έψαχνα και άλλο πρόσεξα, προχθές, τυχαία
Στη θρησκευτική και ηθική Εγκυκλοπαίδεια.
Έξω από τα τείχη, λέει, τα λεγόμενα χερσαία
Από την Κερκόπορτα μονάχα δέκα βήματα
Υπάρχει η χρυσοψηφίδωτη Μονή της Χώρας
Και βατοπεδινή μια ζώνη γης για γύρους και αιθήματα
Απόλαυση του δειλινού περίπατου-μοναστηριού...
Πληροφορήθηκα ακόμα ότι η Μονή της Χώρας
Oνομάζεται Μονή του Ζωοδότη Ιησού Χριστού.
Κάποιοι, έστω και καλόγεροι, λοιπόν, μας χρεωστούν
Ναι, την απάντηση των απαντήσεων. – Πώς και γιατί
Τα κουρασμένα και ξεθεωμένα του Αγαρηνού ασκέρια
Πάτησαν την Πόλη από την Κερκόπορτα, αυτή;
Και πού ’ταν Γούμενοι και μοναχοί με κλίση και με κλήση
Και πού… ο δόκιμος καλόγερος Κερκόπορτα να κλείσει;
Τι ήθος είχαμε αμέριμνον και τότε μερικοί μας μερικοί
Ώστε να κοντοσταθεί εκστατικός με σταυρωμένα χέρια
Ακόμα κι ο «Χριστός της Χώρας» θεατής και σάμπως αδρανής
Όταν έφιππος, οργίλος και ακόλαστος περνούσε απ’ εκεί
O κυνηγός των κεφαλών, Μωάμεθ ο Εκπορθητής
Πόλεων, βωμών και ιερών ναών ο δηωτής;
O χείρων και του Νέρωνος σαν εμπρηστής;
O γερόντων και νηπίων αποκεφαλιστής;
Λοιπόν αμέριμνοι μπροστά του όλοι στάθηκαν, δειλοί;
Και από το φόβο τους, λησμόνησαν την Πόρτα ανοικτή;
Και όταν μπήκαν, ούτε ένας βρέθηκε να τους αντισταθεί;
Αν είχε από κάποιον υποτακτικό η Πόρτα μανταλοαμπαρωθεί
Επειδή η τρίτη και λυσσώδης έφοδος του άγριου Πολιορκητή
Δεν είχε φέρει σοβαρά, γι’ αυτόν, αποτελέσματα
–Χάρη στην άμυνα νηώριων, τειχών και υπερασπιστών–
Η Πόλη θά ’τανε και θά ’μενε ακόμα, Πόλη των πιστών
Και ο εχθρός εξαντλημένος θα είχε πάει και αυτός
Όπως και τόσοι άλλοι στα κομμάτια και αλέσματα
Μας έκλεισε το Σπίτι, όμως, μια μικρή αφύλακτη πυλίδα!
Δεν τα παράδωσες ποτέ σου, τα κλειδιά σου
Μήτε και τα κλείθρα, Πόλη, της καρδιάς σου
Και μένει αναπάντητο μυστήριο, αλήθεια, το γιατί
Παρά τη στρατιωτική πολεμική μας αρετή
Αφύλακτη μια πόρτα πάντα είναι αρκετή
Για να μας φέρει κατακέφαλα τον όποιο μας κατακτητή!

 ομιλία απαγγελία της κόρης του Πρωτοπρεσβυτέρου

Ανδρομάχης Διαμαντοπούλου-Φιλιππίδου

Πριν αρχίσω την απαγγελια του ποιήματος νιώθω την ανάγκη να δώσω θερμά συγχαρητήρια στον Πρόεδρο του συλλόγου Μικράς Ασίας και Ανατολικής Θράκης  κο Αναστάσιο Μπίλια για την πρωτότυπη επιλογή του ιερού αυτού χώρου
σ αυτήν την εκκλησία παντρεύτηκα
σ αυτόν τον αυλόγυρο, ο πατέρας μου με παρέδωσε νύφη στο πλευρό  του άντρα μου
σ αυτήν την εκκλησία βάφτισα το παιδί μου
σ αυτόν τον αυλόγυρο μοίρασα τις μπουμπουνιέρες του.
Σ αυτήν την εκκλησία για χρόνια κάναμε για χρόνια κάναμε μαζί με τον πατέρα, τους κύκλους και τα κατηχητικά μας
Σ αυτήν την εκκλησία κήδεψα πρώτα τον πεθερό μου και μετά την πεθερά μου
σ αυτόν τον αυλόγυρο χαιρέτησα αγαπήμενα πρόσωπα...
Σ αυτόν τον αυλόγυρο οι Επιτάφιοι και πόσες Αναστάσεις δεν ζήσαμε όλοι μας...
Και να τώρα, σ αυτόν τον αυλόγυρο μπροστά στα πόδια του Αη Νικόλα που ο Θασιακός Σύλλογος Προσφύγων Μικράς Ασίας και Ανατολικής Θράκης μας τιμά περιλαμβάνοντάς μας σ αυτήν την εκδήλωση μνήμης , δίνοντας μας την ύψιστη χαρά να ακούσουμε απαγγελίες ποιημάτων από το βιβλίο του πατέρα μου Πόλη και πάλι Πόλη  από τις σελλίδες αυτού του βιβλίου ένα ιδιαίτερο ποίημα που δεν ακούστηκε σε καμμία από τις δυο παρουσιάσεις του βιβλίου που έγιναν στην δημοτική Βιβλιοθήκη Καβάλας  αλλά και στο Καλογερικό
με τίτλο Χρυσούφαντοι και Χρυσοκέντητοι Αετοί

όπου η σταυροβελονιά , τα υφαντά και τα κεντήματα γίνονται σύμβολα της Εθνικής Παλιγγενεσίας

ακούστε το: ΧΡΥΣΟΥΦΑΝΤΟΙ ΚΑΙ ΧΡΥΣΟΚΕΝΤΗΤΟΙ ΑΕΤΟΙ

Χρυσοΰφαντοι και χρυσοκέντητοι αετοί…

Χρυσονημάτινες Πολίτικές μας αμφίων σακκοβελονιές,
Και σεις καμπάδων, υφαντών μας σταυροβελονιές,
Και λίρες του δικέφαλου και ντούμπλες και φλουριά,
Όπου στολίσατε Ναούς μας, νυμφοστόλια και νοικοκυριά
Κι έρανος γινήκατε για την Ιδέα τη μεγάλη της Φυλής μας
Και το «ποθούμενο» της λαϊκής ελληνικής ψυχής μας·
Ένα και με τη φουστανέλλα μας και με την κλεφτουριά
Και με των μπουρλοτιέρηδων την άφοβη καρδιά·
Ένα και με την Εκκλησιά και τα κρυφά μας τα σχολειά,
Ω, «γαζωτή» μας βελονιά και «φουσκωτή» των Νήσων,
«Ίση» της Αστυπάλαιας, Νισύρου, Ρόδου και Καρπάθου
Και «ριζοβελονιά» χρυσόπαστη αμφίων μας και βύσσων
Και «λινομέταξη» Σουφλιού, Ηπείρου, Θεσσαλίας, Άθου
Και σεις Κυπριώτικα κεντήματα ακριτικά, «σταμπάτα»,
Ήρθε η ώρα που θα σας το πω στα ίσια και σταράτα,
Από τα «λαϊκά μουσεία» μας βγέστε και βρέστε χέρια
Που θα μας ανεβάσουνε ξανά ψηλότερα απ’ τ’ αστέρια.
Ώ, χρυσοΰφαντοι και χρυσοκέντητοι δικέφαλοί μας αετοί,
Βγέστε απ’ τα σεντούκιa μας, βγέστε απ’ την αφάνεια
Και κάντε άνεμοι να πνεύσουν ούριοι και υετοί χρηστοί,

Που θα μας δώσουν πάλι προκοπή, τιμή και περηφάνια!